Έχασε τον πατέρα του στον πόλεμο, εκτοπίστηκε στην Ουγκάντα, έφθασε μέχρι τις ΗΠΑ, έκανε αίσθηση στο Κολεγιακό πρωτάθλημα και τώρα έρχεται στην Πάτρα για να αγωνιστεί με τον Απόλλωνα. Ο Πίτερ Τζοκ δεν είναι μία συνηθισμένη περίπτωση ανθρώπου…
Γεννήθηκε στο Χαρτούμ, την πρωτεύουσα του Σουδάν, το 1994, κατά τη διάρκεια του πιο αιματηρού εμφυλίου πολέμου της καταγεγραμμένης ιστορίας. Από το 1985 μέχρι το 2005 γράφτηκε η δεύτερη πράξη μιας εμφύλιας σύρραξης που ουσιαστικά είχε ξεκινήσει από το 1955 και ολοκληρώθηκε με την ανεξαρτητοποίηση του Νότιου Σουδάν στις 9 Ιουλίου του 2011.
Ο πατέρας του πέθανε το 1997 πολεμώντας με τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (SPAL) απέναντι στο στρατιωτικό καθεστώς και δεν πρόλαβε να δει το νότιο τμήμα του Σουδάν ελεύθερο όπως επιθυμούσε. Όπως δεν πρόλαβε να δει και την οικογένεια που άφησε πίσω του να τα καταφέρνει κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες που θα μπορούσαν να τους παρουσιαστούν.
Ο μεσαίος γιος της φαμίλιας των Τζοκ, ο Κακούλ Ντουτ (γνωστός ως Πίτερ Τζοκ, πλέον), βρίσκεται στην Πάτρα για να αγωνιστεί στη Basket League με τη φανέλα του Απόλλωνα. Για να φθάσει μέχρι τα μέρη μας όμως, πέρασε από τα χαρακώματα, την προσφυγιά, από το Σουδάν στην Ουγκάντα και από εκεί στις ΗΠΑ.
Στις 9 Δεκεμβρίου του 2003 ο 9χρονος τότε Πίτερ, μαζί με τον μεγάλο του αδελφό Ντάου, τον μικρό Τζο Τζο και τη μητέρα του Αμέλια Ρινγκ Μπολ, ξαδέλφη του συγχωρεμένου παίκτη του ΝΒΑ, Μανούτε Μπολ και θεία του νυν σταρ των Ορλάντο Μάτζικ, Μπολ Μπολ, εγκαταστάθηκαν στο Ντε Μόιν. Δηλαδή, στη μεγαλύτερη πόλη της Αϊόβα και την περιοχή που φιλοξενούσε την πολυπληθέστερη κοινότητα Σουδανών προσφύγων σε ολόκληρη την Αμερική.
Μέχρι τότε ο Πίτερ Τζοκ δεν είχε δει καν μπάλα του μπάσκετ. Και δεν ήξερε λέξη στα αγγλικά.
Ασχολήθηκε με το άθλημα, μόνο και μόνο, επειδή αντιλήφθηκε πως μετά τους σχολικούς αγώνες ο προπονητής κερνούσε τους παίκτες χάμπουργκερ.
Γρήγορα συνειδητοποίησε πως μέσω του μπάσκετ θα μπορούσε να βρεθεί σε ευνοϊκές συνθήκες γι’ αυτόν και την οικογένειά του. Ανέπτυξε τις δεξιότητες και κυρίως το σουτ του τόσο που από την πρώτη του χρονιά στο high school τα μεγαλύτερα Κολέγια της χώρας ασχολήθηκαν μαζί του.
Το Νορθ Καρολάινα, το Ντιουκ, το Μαρκέτ, το Λούισβιλ τον είχαν στις λίστες τους και τον διεκδικούσαν, μέχρι που ένας σοβαρός τραυματισμός επηρέασε την πορεία του που έδειχνε να είναι εξασφαλισμένη μέχρι το Ντραφτ του ΝΒΑ.
Ο Τζοκ έπαιζε με πόνους στο γόνατο σχεδόν μία ολόκληρη σεζόν. Πίστευε πως είναι απλώς μια τενοντίτιδα, αλλά τελικά είχε κοπεί ο σύνδεσμος που κρατούσε την επιγονατίδα του. Αναγκάστηκε (το καλοκαίρι του 2011) να κάνει επέμβαση για να διορθωθεί το πρόβλημα. Την επόμενη χρονιά επέστρεψε λιγότερο δυνατός σωματικά, αλλά αποφασισμένος ψυχικά να τα καταφέρει.
Έφθασε μέχρι το Κολέγιο. Τα μεγάλα προγράμματα είχαν αποσύρει το ενδιαφέρον τους για εκείνον μόνο και μόνο επειδή είχε χάσει την εμπιστοσύνη τους λόγω του τραυματισμού του. Ο ίδιος επέλεξε να τιμήσει το Πανεπιστήμιο της περιοχής που τον φιλοξένησε. Το Αϊόβα.
Μάλιστα, ως τελειόφοιτος ήταν πρώτος σκόρερ της περιφέρειας Big Ten με 19,9 πόντους, είχε επίσης 5,5 ριμπάουντ, ενώ σούταρε με 91,1% στις ελεύθερες βολές και με 38% στα τρίποντα.
Στο Ντραφτ του 2017 δεν τον επέλεξε καμία ομάδα του ΝΒΑ. Έμεινε στις ΗΠΑ άλλα δύο χρόνια, διεκδικώντας μία θέση στο «μαγικό πλανήτη» μέσω των Summer League και της αναπτυξιακής λίγκας (G-League), αλλά δεν τα κατάφερε. Τότε αποφάσισε να επιλέξει την Ευρώπη. Το 2019 πήγε στη Γαλλία για τη Σολέ. Την επόμενη χρονιά έπαιξε στην Ισπανία με τη Μούρθια, ενώ επέστρεψε στη Σολέ για την περσινή σεζόν.
Τώρα, ανήκει στον Απόλλωνα και ετοιμάζεται για το ντεμπούτο του. Το φαρμακερό του σουτ αναμένεται να προσφέρει στους Πατρινούς πολλαπλές λύσεις στην πορεία για την παραμονή τους στη μεγάλη κατηγορία. Και η ιστορία του, το φορτίο που κουβαλά και η δύναμη της θέλησης, αναμένεται να προσφέρει δύναμη σε όσους το βάζουν κάτω με την πρώτη δυσκολία.