Μάλλον, μισό λεπτό να το ξανασκεφτώ…
Μπήκα σ΄ αυτή τη δουλειά το 1996 γεμάτος όρεξη, αλλά και πολύ μεγάλη περιέργεια για το πως θα εξελιχθούν τα πράγματα σε κάτι το οποίο τότε το έβλεπα περισσότερο ως παιχνίδι και καθόλου ως επάγγελμα. Άλλωστε, εκείνες τις εποχές, αν έπιαναν επιχειρηματία ή εκδότη να πληρώνει νέο στη δουλειά τον χτυπούσαν με ραβδί στις πατούσες μέχρι να ομολογήσει γιατί το έκανε και χαλάει την… πιάτσα.
Και τα χρόνια περνούσαν και περνούσαν, κάποια στιγμή ήρθαν και τα χρήματα, δεν λέω, μετά όμως από ατελείωτες ώρες εργασίας και τελικά το «παιχνίδι» έγινε επάγγελμα και σταδιακά οι συνθήκες βελτιώνονταν. Θα περίμενε κανείς λοιπόν ότι το 2024 πλέον τα πράγματα θα είχαν φτιάξει πολύ, πάρα πολύ.
Κι αυτό θα μπορούσε πράγματι να είναι αλήθεια αν δεν υπήρχε εκείνη η φριχτή ζέστη το προπερασμένο καλοκαίρι που με χτύπησε κατακέφαλα και με έβγαλε στο Ψυχικό να πίνω ένα δροσιστικό κοκτέιλ ακούγοντας έναν άγνωστο μέχρι τότε τύπο, να μου αναλύει τα μεγαλεπήβολα σχέδια του για τη δημιουργία ενός νέου διαφορετικού αθλητικού site. «Τα έχουμε ακούσει ξανά όλα αυτά μεγάλε», σκεφτόμουν από μέσα μου, αλλά συνέχισα να τον ακούω και όσο τον άκουγα έπινα και έπινα…
Μετά από τέτοια κατανάλωση αλκοόλ, και να μην το ήθελα, αυτά που άκουγα άρχισαν να μου φαίνονται ενδιαφέροντα και χωρίς να το καταλάβω δώσαμε τα χέρια προκειμένου να αναλάβω τη διεύθυνση του όλου εγχειρήματος.
Η επόμενη ημέρα δεν ήταν εύκολη. Προσπαθώντας να θυμηθώ τι ακριβώς συνέβη, άρχισα να βάζω κάτω δεδομένα όπως η δύσκολη και άκρως ανταγωνιστική ελληνική αγορά, το 24άωρο δουλειάς, για ένα μέσο που δεν «κοιμάται» ποτέ, την εξαιρετικά δύσκολη διαχείριση πολλών διαφορετικών ανθρώπων και χαρακτήρων και πάνω που είχα αρχίσει να έχω δεύτερες σκέψεις του τύπου «που πάω να μπλέξω τώρα, μια χαρά είμαι» το όνομα του Χρήστου εμφανίστηκε στην οθόνη του κινητού μου κι εκεί κατάλαβα ότι δεν υπάρχει επιστροφή.
Πέρα από την πλάκα, η αλήθεια είναι ότι κάτι με τσιγκλούσε μέσα μου. Μία καινούργια πρόκληση, κάτι που θα τόνωνε ξανά το δημοσιογραφικό μου ένστικτο, μία δύσκολη αποστολή, ξεκινώντας, μετά από πολλά χρόνια, κυριολεκτικά από το μηδέν. Ούτε καν από τους μόλις 60.000 συνδρομητές του Conn-x Tv του 2011. Θα τα καταφέρουμε άραγε; Μπορούμε;
Το background της Ringier Sports Media Group ασφαλώς και βοήθησε, αλλά το να υπάρξει συνεννόηση και μάλιστα άμεση ανάμεσα σε Ελβετούς, Γερμανούς, Ινδούς, Βούλγαρους και, και… δεν είναι το πιο απλό πράγμα στον κόσμο.
Οι «μυστικές» συναντήσεις σ΄ ένα μικρό γραφείο στο Χαλάνδρι μετατράπηκαν σε φανερές και σε ενός τύπου audition για τη στελέχωση της δημοσιογραφικής ομάδας, που ήταν και το βασικό ζητούμενο. Κοιτούσα το απορημένο βλέμμα του εμπνευστή της ιδέας, που παρακολουθούσε και μου ερχόταν να βάλω τα γέλια. Για να πω όμως την αλήθεια κι εγώ κάπως έτσι θα κοιτούσα αν έβλεπα τυπάκια τύπου Μοιρώτσου, Καλαμπάκα, για να μην μιλήσω για τον Αβραμίδη και το μαλλί του Περπερίδη! Μόνο η Βραχάλη έσωζε λίγο την κατάσταση…
Τους περισσότερους τους γνώριζα και είχαμε συνεργαστεί στο παρελθόν, κάποιους άλλους τους ακολουθούσε η φήμη τους και μερικούς τους συναντούσα πρώτη φορά. Ο καθένας με τη… λόξα του και όλοι αυτοί έπρεπε να γίνουν ομάδα. Η ομάδα του sportal.gr! Κι έγιναν! Και μάλιστα σε πολύ πιο σύντομο χρονικό διάστημα απ΄ ό,τι θα περίμεναν οι περισσότεροι.
Δεν αμφέβαλα ποτέ για τις ικανότητες τους, η χημεία όμως ήταν κάτι που με προβλημάτιζε, με φόβιζε, παρά το γεγονός πως οι επιλογές έγιναν και μ’ αυτό ως γνώμονα. Θυμάμαι ένα στοίχημα που συζητιόταν κάποια περίοδο για το πότε θα φτάσουμε στα 2 εκατομμύρια μοναδικούς χρήστες και στο τραπέζι έπεσε μέχρι και η ιδέα του bonus. Δεν μπήκε ποτέ επίσημα, αλλιώς σήμερα θα ήμουν εκατομμυριούχος… λέμε τώρα!
Η μικρή γιορτή που στήθηκε σήμερα στο studio κατά τη διάρκεια ενός εκ των… τηλεοπτικών μας project, των «Baladeros» είναι η καλύτερη απόδειξη της ισχυρής δημοσιογραφικής παρέας που έχει δημιουργηθεί. Με τις εντάσεις μας, τις διαφωνίες μας, αλλά πάντα με… ευρωπαϊκό αέρα. Άλλωστε, τις ωραίες ιστορίες τις γράφουν οι καλές παρέες. Και στην προκειμένη περίπτωση, παρέες που ζουν για τον αθλητισμό, «μυρίζουν» τον αθλητισμό, σέβονται αθλητές, προπονητές και μένουν μακριά από την τοξικότητα των καιρών μας, που κατατρώει τα σωθικά του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Κάναμε το πρώτο βήμα, κλείσαμε ένα χρόνο. Δύσκολο χρόνο, αλλά είχαμε και τη βοήθεια φίλων μας από το εξωτερικό, του Βλάντο, του Μάρτιν, του Στίλιαν και τα καταφέραμε. Είμαστε εκεί που θέλουμε, που ονειρευόμαστε; Αν εξαιρέσει κανείς τα νούμερα, σε καμία περίπτωση. Έχουμε δρόμο μπροστά μας, αλλά τα καλύτερα έρχονται. Πάμε στοίχημα; Που είναι ο Χρήστος…;
Υ.Γ. .Τώρα που το ξανασκέφτηκα, για να μπλέξω σε τέτοια ηλικία με όλους αυτούς, τον Κουστέρη, την Κουντούρη, τον Τσάλτα, τον Σωτηρίου, τον Μαυροδόντη, την Ανδρικοπούλου, τον Τσουκαλά και ΚΥΡΙΩΣ τον Πανάγο, σίγουρα, μα σίγουρα όμως, δεν είμαι καλά!