Ήταν ένα Αυγουστιάτικο πρωινό. Είχαμε ξεμείνει. Κάπου κοντά στο Χαλάνδρι.
Έπινα καφέ με έναν φίλο και συνάδελφο. Η δουλειά μας, δυστυχώς, μας συνεπαίρνει. Μας «τρώει» πολύ χρόνο, και μπορεί να κάνουμε πολύ καιρό να βρεθούμε. Όταν τα καταφέρουμε, προσπαθούμε να πούμε όλα μας τα νέα στα γρήγορα. Οριακά βιαστικά. Και η βιασύνη ήταν κάτι που ποτέ δεν μου άρεσε στη ζωή μου. Η ταχύτητα ίσως ναι...
Πάνω στην κουβέντα, λοιπόν, του λέω, με ένα περίεργο ύφος, ίσως πολλών καρδιναλίων, αλλά χωρίς τουπέ!
«Μωρέ Σ. , τι να σου λέω τώρα… Να, έχω κάπως απογοητευτεί. Νιώθω πως έχουμε σταματήσει πλέον να είμαστε δημιουργικοί. Έχουμε αρχίσει και γινόμαστε «μηχανές» που τρέχουν με 1000, πηγαίνοντας απλώς γρήγορα και μη απολαμβάνοντας τη «βόλτα». Εγώ δεν έγινα δημοσιογράφος γι’ αυτό. Για μένα η δημοσιογραφία είναι «ταξίδι» Το ταξίδι μου στη ζωή».
Με κοίταξε παραξενευμένος… Γέλασε κρυφά. Από το πρόσωπό του αντιλήφθηκα πως με κατανοεί. Πως εν μέρει συμφωνεί, και σε έναν βαθμό χαίρεται και λίγο με την παιδική αφέλεια που με διακατέχει ώρες ώρες.
Αυτό το επάγγελμα το διάλεξα, -ή με διάλεξε, δεν ξέρω. Με ιντρίγκαρε η ταχύτητα, ναι. Αλλά όχι μόνο. Μου άρεσε, και εξακολουθεί να μ’ αρέσει, το ψάξιμο. Η ανακάλυψη. Η δημιουργία. Ο ρομαντισμός. Οι ανθρώπινες ιστορίες. Οι «ιδέες». ΟΙ ΠΑΡΕΕΣ.
Το διάλεξα. Από αγάπη. Από την αγάπη που έχω για τον αθλητισμό. Για τα συναισθήματα που μόνο μέσω αυτού μπόρεσα να νιώσω. Ένα άθλημα, ένα ΠΑΙΧΝΙΔΙ, με διαμόρφωσε. Με απομάκρυνε από τις κακοτοπιές. Μου χάρισε διέξοδο. Με οδήγησε σε αυτό που σπούδασα. Σε αυτό που είμαι. Και με «ταξίδεψε» στον κόσμο. Με χίλιους διαφορετικούς τρόπους.
Το διάλεξα από μια «ιδέα», στην οποία πίστευα από μικρή.
Από μια φανέλα του Απόλλωνα Σμύρνης, που μου έκανε δώρο ο παππούς μου.
Από τη γειτονιά στην οποία μεγάλωσα, τη Νέα Φιλαδέλφεια.
Το διάλεξα, γιατί ήξερα πως λειτουργώ καλύτερα μέσα σε ομάδα (Σπορτιγκάρα μια ζωή). Γιατί έχω μάθει στο «μαζί». Γιατί θέλω να μοιράζομαι. Την αγωνία. Την αποτυχία. Την προσπάθεια. Την, κάθε μορφής, κατάκτηση.
Στην πορεία υπήρξαν στιγμές που, ξέχασα από που ξεκίνησα και που πάω. Με «ανάγκασαν» να χάσω τον προσανατολισμό. Την ουσία. Είχα περισπασμούς. Λόγω των συνθηκών. Και ίσως λόγω απειρίας να τους διαχειριστώ…
Πάντα όμως έρχεται η στιγμή που θα συναντήσεις αυτούς που θα σε πάρουν από το χέρι, και θα σε πάνε ένα βήμα μπροστά. Που θα σου θυμίσουν το γιατί. Αυτοί συνειδητοποίησα πως ήταν, κυρίως, οι άνθρωποι που αγάπησαν τον αθλητισμό όσο εγώ. Εκείνοι που τον έβλεπαν με τον τρόπο που τον έβλεπα κι εγώ. Εκείνοι που είχαν ανοιχτή καρδιά και ανοιχτό μυαλό.
Αθλητές, προπονητές, φίλαθλοι, φίλοι, συνάδελφοι…
Που με μια κουβέντα τους ή κυρίως με μία πράξη τους, με επανέφεραν ξανά στην αφετηρία μου. Για επανεκκίνηση. Επαναπροσδιορισμό. Και νέο «ταξίδι»…
Μπορεί να ήταν ένα καλάθι τους στην εκπνοή, μπορεί να ήταν το κλάμα τους σε ένα χαμένο πέναλτι, ή το ότι χάρισαν την μπλούζα τους σε ένα παιδάκι. Ότι έδωσαν την πιο δυνατή αγκαλιά σε μια «ήττα», και από αουτσάιντερ βρέθηκαν στην «κορυφή». Οτιδήποτε, ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ. Γιατί για μένα αυτή είναι η σπουδαιότητα του αθλητισμού. Το ότι μας θυμίζει πως είμαστε άνθρωποι. Ευάλωτοι. Τρωτοί. Αδύναμοι αλλά ταυτόχρονα πολύ δυνατοί. Κλαίμε, γελάμε, απογοητευόμαστε. Πονάμε, νικάμε, χάνουμε, κάνουμε λάθη. Μαθαίνουμε. Και πάλι από την αρχή.
Το τηλέφωνο χτύπησε έναν μήνα μετά. Ο φίλος μου ο Σ.:
«Έλα μικρή που είσαι; (αυτομάτως χαμογέλασα που ακόμα μετά από τόσα χρόνια με αποκαλεί μικρή). Να σου πω, έχεις ακόμα ανάγκη να απολαύσεις τη βόλτα; Πόσο ελεύθερη θες να νιώσεις; Έχεις ακόμα όρεξη να δημιουργήσεις; Λέγε. Πιστεύεις ακόμα στον ρομαντισμό»;
Σε όλα αυτά απάντησα σχεδόν μονολεκτικά. ΝΑΙ. Και θέλω ΠΑΝΤΑ να τα θέλω.
«Φύγαμε;»
Μου ακούστηκε σα βόλτα με μηχανή…
«Φύγαμε», αποκρίθηκα!
Με αυτές τις ιδανικές προδιαγραφές αρχίζει το ταξίδι μου στο Sportal!
Γιατί τι καλύτερο από το να έχεις την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, να ταξιδέψεις στα …βάθη του αθλητισμού και του ανθρώπου;
Και επειδή το «ταξίδι» το φτιάχνει η παρέα. Σας θέλουμε συνοδοιπόρους…
Join the ...ride!