Όπως υποστήριξε ο 12ος κατηγορούμενος στην απολογία του, το βράδυ της δολοφονίας δεν κατέβηκε ποτέ από το αυτοκίνητο, ενώ από τους υπόλοιπους γνώριζε μόνο τον ένατο κατηγορούμενο.
Η δίκη για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού συνεχίστηκε σήμερα (11/5) με την απολογία του 12ου κατηγορούμενου. Αυτός ήταν ο οδηγός του αυτοκινήτου, που όπως προέκυψε από το βίντεο, εκείνο το βράδυ έστριψε προς την οδό Γαζή. Εκεί που δολοφονήθηκε ο Άλκης.
Όπως και οι υπόλοιποι έτσι κι αυτός στην απολογία του ξεκίνησε με συγγνώμη προς την οικογένεια του 19χρονου. «Μέσα από τη φυλακή προσπάθησα να μπω στη θέση της αδερφής του Άλκη», ανέφερε και συνέχισε λέγοντας ότι, «κανείς δεν μπορεί να φέρει το παιδί τους πίσω».
Ακόμη σχολίασε ότι γνώριζε μόνο τον 9ο κατηγορούμενο, όπου και με αυτόν επικοινώνησε πριν πάει στον σύνδεσμο. Όταν έφτασε εκεί, παρατήρησε ότι υπήρχε αναστάτωση, ακούγοντας ότι έγινε οπαδικό επεισόδιο στο Ωραιόκαστρο. Εκείνη τη στιγμή ο 9ος κατηγορούμενος του ζήτησε να πάρει το αυτοκίνητο «για να πάμε να μαλώσουμε».
«Δυστυχώς δέχτηκα, ίσως δεν ήθελα να φανώ δειλός – Δεν είδα αντικείμενα όταν μπήκαν στο αμάξι», ανέφερε στην απολογία του.
Έπειτα υποστήριξε ότι έκανε ελιγμούς για να αποφύγει τα άλλα δύο αυτοκίνητα που ήταν μαζί τους και έστριψε στο στενό για να δει αν ερχόταν λεωφορείο. «Μόλις είδα ότι κατέβηκαν με όπλα και φόρα τρόμαξα», ανέφερε.
«Δεν είχα δει άτομα σκαλιά. Μόλις μου φώναξαν, σταμάτησα 15-20 μέτρα μετά το συμβάν», ανέφερε και στη συνέχεια σχολίασε ότι οι τρεις συνεπιβάτες κατέβηκαν από το αυτοκίνητο και τότε είδε πως κρατούσαν διάφορα στα χέρια τους.
«Εκείνη τη στιγμή είδα αντικείμενα. Από την αρχή είχα ενδοιασμούς. Δεν μπορούσα να τσακωθώ με κάποιον που δεν μου έχει κάνει κάτι. Δεν ήξερα ότι υπήρχαν όπλα», είπε μεταξύ άλλων στη συνέχεια. Έπειτα προχώρησε με το αμάξι λίγο πιο κάτω και σταμάτησε σε μία εσοχή.
12:48 - 11.05.2023
Όσα κατέθεσε στη δίκη του Άλκη ο κατηγορούμενος με το δρεπάνι: «Μου βγήκε ασυναίσθητα»
Στην απολογία του για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού, ο 10ος κατηγορούμενος περιέγραψε το μοιραίο σκηνικό με την δικιά του εκδοχή ενώ αποκάλυψε πως δεν χτύπησε ο ίδιος τον άτυχο 19χρονο.
Τη στιγμή που επέστρεψαν στο αυτοκίνητο τους είδε αναστατωμένους και όταν τους ρώτησε τι έγινε, είπαν πως χτύπησαν τα παιδιά με μαχαίρια και ξύλο. Τότε εκείνος αντέδρασε βάζοντάς τους τις φωνές.
«Ήθελα να τους αφήσω γιατί ήξερα ότι είχε μαχαιρωθεί άνθρωπος», ανέφερε επίσης. Στη συνέχεια είπε ότι ο 9ος του ζήτησε να σταματήσει κάπου, ώστε να πετάξει το κράνος και το μαχαίρι. Μετά το περιστατικό, όπως ανέφερε, πήγε σπίτι του και έπειτα τον επισκέφτηκε ο 9ος ζητώντας του συγγνώμη, με τον ίδιο να του ζητάει να αποχωρήσει από το σπίτι του.
«Ήταν το χειρότερο συναίσθημα που είχα νιώσει. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να μην καταλάβει η οικογένεια μου ότι ήμουν εκεί. Δεν έτρωγα, δεν κοιμόμουν», είπε και πρόσθεσε:
«Μετά από 5-6 μέρες βρήκα το θάρρος και είπε στους γονείς. Μίλησαν με δικηγόρο ήθελα να παραδοθώ και μου είπε κι αυτός είμαι καλό να παραδοθείς και παραδόθηκα».
«Έσβησα τις κλείσεις στο κινητό μου γιατί φοβήθηκα. Εγώ ξεκίνησα να πάω να πιώ έναν καφέ και βρέθηκα να είμαι σε όλο αυτό», απάντησε στις ερωτήσεις του Εισαγγελέα για τις κλήσεις που είχε σβήσει από το κινητό του. Παράλληλα για το μαχαίρι που βρέθηκε στο αυτοκίνητό του είπε: «Το μαχαιράκι που βρέθηκε στο αμάξι το χρησιμοποιούσα στο kite και στο ψάρεμα».
Λίγο πριν το τέλος της απολογίας του ο 23χρονος παραδέχθηκε πως ο Άλκης, «δε μπορεί να πέθανε μόνος του» και ότι «κάποιοι τον είχαν χτυπήσει», αλλά ανέφερε ότι δεν είχε οπτική επαφή με το σημείο της επίθεσης. «Μακάρι να είχα κατέβει να έβλεπα για να σας πω», υπογράμμισε.
Μετά το τέλος της απολογίας και του 12ου κατηγορούμενου, ολοκληρώθηκαν όλες οι απολογίες. Μέχρι στιγμή ο μόνος που παραδέχθηκε ότι χτύπησε τον Άλκη ήταν ο 2ος. Η δίκη διακόπηκε και θα συνεχιστεί στις 2 Ιουνίου με την αγόρευση της Εισαγγελέως.