Αρκετοί παίκτες, ενώ έχουν μέτρια παρουσία με τους συλλόγους τους, είναι εξαιρετικοί με την εθνική τους ομάδα. Πολλές φορές βέβαια, συμβαίνει και το αντίθετο. Ας δούμε τις σημαντικότερες περιπτώσεις.
Το παν για έναν ποδοσφαιριστή πέρα από το ταλέντο, την πειθαρχία και τη σκληρή προπόνηση, είναι και το περιβάλλον στο οποίο αγωνίζεται. Σε κάποιες περιπτώσεις, η παρουσία μερικών παικτών στην εθνική σε σχέση με το σύλλογο και αντίστροφα, είναι... η μέρα με τη νύχτα.
Ρομέλου Λουκάκου
Ο Βέλγος επιθετικός, αποτελεί ίσως το πιο τρανταχτό παράδειγμα του συνδρόμου... Δόκτωρ Τζέκιλ και Μίστερ Χάιντ που διακατέχει κάποιους ποδοσφαιριστές.
Με την εθνική ομάδα του Βελγίου είναι ασταμάτητος, έχοντας πετύχει 77 γκολ σε 110 αναμετρήσεις και απέχει μόλις τρία γκολ από να μπει στην 10αδα των κορυφαίων διεθνών σκόρερ όλων των εποχών. Έχει τρομερή επαφή με τα δίχτυα και συνεργάζεται άψογα με τους συμπαίκτες του.
Κάτι τέτοιο όμως, δεν ισχύει, τα τελευταία χρόνια τουλάχιστον, σε συλλογικό επίπεδο. Μετά από το «ξεπέταγμα» που είχε για μια τριετία στην Έβερτον και τον οδήγησε στη μεταγραφή του στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, δεν κατάφερε να εκτοξεύσει τα νούμερα και την απόδοση του, μένοντας στάσιμος. Με τους «κόκκινους διαβόλους» ήταν απογοητευτικός, όπως φυσικά και με την Τσέλσι, η οποία τον παραχώρησε στη Ρόμα για... ψίχουλα, δεδομένης της χρηματιστηριακής του αξίας.
Είχε ωστόσο, ένα σχετικά καλό διάστημα στην Ίντερ, το οποίο όμως κράτησε για λίγο και δεν κατάφερε να το κεφαλαιοποιήσει. Ο κύκλος του στο Μιλάνο έκλεισε με τον χειρότερο τρόπο, καθώς ήταν ο μοιραίος στον τελικό του Champions League κόντρα στη Μάντσεστερ Σίτι, χάνοντας αρκετές κλασσικές ευκαιρίες.
Σκοτ Μακ Τόμινεϊ
Ο Σκωτσέζος διεθνής δεν αποτελεί και τον πιο δημοφιλή ποδοσφαιριστή, ωστόσο μπαίνει στην ίδια κατηγορία με τον Λουκάκου.
Στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ κινείται συνεχώς στη μετριότητα, παρόλο που τα επτά αυτά χρόνια έχει καταγράψει πάω από 100 συμμετοχές ως βασικός. Η συχνή παρουσία του στην ενδεκάδα είχε να κάνει περισσότερο με την έλλειψη λύσεων στον άξονα της ομάδας, παρά με τις εμφανίσεις του. Φέτος έχει αγωνιστεί μόλις επτά λεπτά σε τέσσερις αγώνες στην Premier League και είναι προφανές ότι δεν βρίσκεται στα βασικά πλάνα του Τεν Χαχ.
Με το εθνόσημο στο στήθος, ο Μακ Τόμινεϊ μεταμορφώνεται σε ηγέτη. Ιδιαίτερα φέτος, έχει μεταμορφωθεί σε δεινό σκόρερ, έχοντας πετύχει έξι γκολ σε έξι παιχνίδια με τη Σκωτία. Σαφέστατα και παίζει ρόλο το επίπεδο των συμπαικτών και οι διοργανώσεις στις οποίες αγωνίζεται, ωστόσο δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη η τεράστια διαφορά στην απόδοση του. Με την εθνική κινείται διαφορετικά στο γήπεδο, παίρνει περισσότερες πρωτοβουλίες και είναι πολύ δημιουργικός, ενώ με τη Γιουνάιτεντ είναι αρκετά προβλέψιμος.
Άλβαρο Μοράτα
Στην ίδια συνομοταξία, ανήκει και ο Άλβαρο Μοράτα. Έχει περάσει από αρκετές ομάδες στην καριέρα του, όλες κορυφαίου επιπέδου. Σε καμία δεν κατάφερε να στεριώσει πάνω από μία τριετία.
Στη Ρεάλ είχε το ρόλο του επιθετικού που έρχεται από τον πάγκο και τα πήγε περίφημα σε αυτό τον ρόλο, όμως μετέπειτα, θέλησε όπως είναι λογικό να ανέβει επίπεδο και μετακόμισε στο Λονδίνο για λογαριασμό της Τσέλσι. Η παρουσία του εκεί, ήταν απογοητευτική και δόθηκε δανεικός στην Ατλέτικο. Έπαιξε για δύο χρόνια και στη Γιουβέντους, όμως δεν κατάφερε πουθενά να κάνει τη διαφορά, κινούμενος συνεχώς στη μετριότητα.
Αντιθέτως, με την εθνική Ισπανίας ο απολογισμός του είναι πολύ καλύτερος και η επαφή του με τα δίχτυα αρκετά συχνότερη. Κατά τη διάρκεια του EURO 2020, στο οποίο μάλιστα, ήταν εκ των διακριθέντων, ξεπέρασε τον Φερνάντο Τόρρες σε γκολ στην εν λόγω διοργάνωση και έγινε ο πρώτος σκόρερ της Ισπανίας σε αυτή. Εξαιρετικός ήταν και στο περασμένο Παγκόσμιο Κύπελλο, όταν και σκόραρε και στους τρεις αγώνες των ομίλων. Τα τελευταία τρία χρόνια είναι σε εξαιρετική φόρμα με τους «φούριας ρόχας», έχοντας πετύχει 15 από τα 33 του συνολικά γκολ.
Βαγγέλης Παυλίδης
Στην αντίθετη περίπτωση από τις προαναφερθείσες, ανήκει ο Βαγγέλης Παυλίδης. Ο Έλληνας φορ έχει εξαιρετική απόδοση σε συλλογικό επίπεδο, και συνεχίζει να εξελίσσεται χρονιά με τη χρονιά. Μετά την πολύ καλή του διετία στη Βίλεμ, ακολούθησε η μεταγραφή του στην Άλκμααρ, στην οποία έχει εκτοξευτεί αγωνιστικά με 35 γκολ σε 65 αναμετρήσεις μέχρι σήμερα, καθιστώντας τον, έναν από τους κορυφαίους επιθετικούς στην Eredivisie.
Όταν φοράει τη «γαλανόλευκη» ωστόσο, δεν διαθέτει το ίδιο ένστικτο του εκτελεστή. Η αλήθεια είναι ότι δεν είχε ποτέ για εκτεταμένο διάστημα φανέλα βασικού, αλλά οι 33 συμμετοχές συνιστούν ένα σχετικά μεγάλο δείγμα. Ο απολογισμός του είναι μόλις έξι γκολ και με την επίσημη αγαπημένη δεν έχει καταφέρει σε καμία περίπτωση να φτάσει στα επίπεδα απόδοσης που έχει στην Ολλανδία.
Λαουτάρο Μαρτίνες
Παρόμοια κατά κάποιο τρόπο περίπτωση, είναι αυτή του Λαουτάρο Μαρτίνες. Ο Αργεντίνος επιθετικός διανύει πολύ καλή περίοδο στη Ίντερ, προερχόμενος από δύο συνεχόμενες χρονιές με 20+ γκολ, ενώ φέτος έχει ξεκινήσει με το πόδι πατημένο στο γκάζι, με πέντε τέρματα σε τρεις αναμετρήσεις. Είναι άλλωστε από τους βασικούς πρωταγωνιστές των «νερατζούρι» στις επιτυχίες τους τα τελευταία χρόνια, έχοντας συμβάλλει τα μέγιστα στην κατάκτηση της Serie A το 2021, του κυπέλλου Ιταλίας το 2022 και 2023, αλλά και της πορείας της ομάδας, μέχρι και τον περσινό τελικό του Champions League.
11:06 - 14.09.2023
Φιλικό με τη Νέα Ζηλανδία η Ελλάδα στην Opap Arena πριν τη «μάχη» με τη Γαλλία
Με ανακοίνωσή της, η Ελλάδα γνωστοποίησε θα αναμετρηθεί με τη Νέα Ζηλανδία σε φιλική αναμέτρηση στις 17 Νοεμβρίου, λίγο πριν τη «μάχη» με τη Γαλλία για τα προκριματικά του 2024.
Σε επίπεδο εθνικής ομάδας ωστόσο, δεν έχει την ίδια απόδοση. Ιδιαίτερα στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, ο Μαρτίνες ήταν εκ των χειρότερων της «Αλμπισελέστε», χωρίς να καταφέρει να βάλει το όνομα του στη λίστα των σκόρερ, με τον Χούλιαν Άλβαρες να κερδίζει τη θέση του βασικού σέντερ φορ της μετέπειτα Παγκόσμιας πρωταθλήτριας.